Ο συνδυασμός των Ελλήνων του εξωτερικού

Η μετανάστευση προς κάθε γωνιά του κόσμου περνάει στο μυαλό πολλών Ελλήνων, κυρίως νέων, αυτών δηλαδή που δεν είχαν, και δεν θα έχουν στο μέλλον την πολυτέλεια να απολαύσουν την «θαλπωρή» του  δημοσίου τομέα που ενδεικτικά έφτασε να δίνει 77.000 ευρώ τον χρόνο σε δήμο της Ελλάδας για γραμματειακή υποστήριξη από αποφοίτους δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, δηλ. αποφοίτους λυκείου (επίσημα στοιχεία του Ελληνικού Κράτους δημοσιευμένα στο διαδίκτυο).

Η άλλη επιλογή ήταν και παραμένει ο ιδιωτικός τομέας, που όμως σήμερα καταφέρνει να επιβιώνει δυστυχώς εν πολλοίς χάριν στην εργασία χαμηλού κόστους (πολλές φορές και ανασφάλιστη) και τον περιορισμό θέσεων εργασίας. Δεν είναι τυχαίο ότι σύμφωνα με διάφορες στατιστικές η Ελλάδα είναι η τελευταία χώρα σε εξαγωγές υπηρεσιών υψηλής τεχνογνωσίας (Knowledge-intensive services exports) ως ποσοστό των εξαγωγικών υπηρεσιών από όλες τις χώρες της Ε.Ε (ναι, ακόμα και από τις πρών κομμουνιστικές!). Οι ευκαιρείες για επιχειρηματικότητα είναι περιορισμένες κυρίως λογω της γραφειοκρατίας και πολυνομίας, του αβέβαιου φορολογικού συστήματος (11 αλλαγές στην φορολογία μόνο μέσα στο 2011) και του γενικότερου οικονομικού κλίματος. Για αυτούς λοπόν που δεν μπορούν ή δεν θέλουν να στηριχτούν στις πλάτες του «μπαμπά και της μαμάς» ή του τοπικού κομματάρχη και συνδικαλιστή η λύση είναι συχνά η μετανάστευση.

Η μετανάστευση δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο και δεν μιλάμε για την μετανάστευση των αρχών του αιώνα ή αυτής μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα τελευταία 10-20 χρόνια πολλοί νιώσαν ικανοί ή ήταν απλά τυχεροί να καταφέρουν να κυνηγήσουν στο εξωτερικό και χωρίς τους πάσης φύσεως περιορισμούς (π.χ πληθυσμιακά και γεωγραφικά κριτήρια) τα αυτονόητα, δηλ. αξιοκρατικό εργασιακό περιβάλλον σε εταιρείες, βιομηχανίες και πανεπιστήμια, κράτος δικαίου και όχι κράτος του «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;», σύγχρονο κοινωνικό κράτος πρόνοιας όπου τα επιδόματα τα παίρνουν όσοι τα χρειάζονται και όχι όσοι «μπορούν» και έναν ιδιωτικό τομέα που να επιβραβεύει την καινοτομία και όχι την «αρπαχτή». Πόσοι από εμάς δεν παραξενευτήκαμε όταν στην πρώτη μέρα του πρώτου μεταπτυχιακού στο εξωτερικό δεν συναντήσαμε φοιτητοπατέρες, καταλήψεις και ξεπερασμένες πανεπιστημιακές σημειώσεις διακινούμενες εν είδει χάρης από τις κομματικές παρατάξεις, αλλά οργανωμένα ιδρύματα με απόλυτη ελευθερία έκφρασης, καθηγητές και διοικητικό προσωπικό που υπόκεινται διαρκώς σε αξιολόγηση και λεπτομερές πρόγραμμα παρακολουθήσεων και εξετάσεων (να τολμήσουμε να πούμε τα «αυτονόητα»;).

Αν υπάρχει κάτι στο οποίο σφάλαμε είναι που αποδεχτήκαμε υποσυνείδητα την εικόνα της Ελλάδας που αξίζει την επίσκεψη το καλοκαίρι για ήλιο, θάλασσα, γλέντι και καλό φαγητό. Αυτά και τίποτα άλλο είναι η Ελλάδα δυστυχώς για όλους εμάς «εκεί έξω». Πιστεύαμε όλα αυτά τα χρόνια ότι κάπως, κάπου, κάποιος ενάρετος από το υπάρχον πολιτικό σύστημα αρκεί για να αλλάξει η κατάσταση και ξεχάσαμε τον Νίκο Καζαντζάκη (μεταξύ άλλων και Έλληνας του εξωτερικού για μεγάλο διάστημα της ζωής του) που τόνιζε ότι πρέπει «Ν’ αγαπάς την ευθύνη, να λες εγώ, εγώ μονάχος μου θα σώσω τον κόσμο. Αν χαθεί, εγώ θα φταίω».

Αλλά γιατί πρέπει η Ελλάδα να είναι μόνο αυτά και τίποτα άλλο; Αποφασίσαμε πλέον να πάψουμε να υποκρινόμαστε ότι αφού τα καταφέρνουμε «εκεί έξω» τότε όλα είναι καλά. Αποφασίσαμε να αναλάβουμε δράση και να τολμήσουμε να κατεβούμε ως υποψήφιοι στις επόμενες εθνικές εκλογές ελπίζοντας ότι εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες του εξωτερικού, ειδικά αυτοί που φύγαν τα τελευταία 10-20 χρόνια, θα δουν στα πρόσωπά μας τους ίδιους τους τους εαυτούς και θα δηλώσουν  ναι στην Ελλάδα των «κόποις κτημένων», όχι των «κεκτημένων», ναι στην ανάδειξη της Ακρόπολης, όχι στην κατάληψη της Ακρόπολης, ναι στo να παραμείνουμε Έλληνες εντός της Ευρώπης παρά να γίνουμε «Ελληνάρες» εκτός αυτής (στην απομόνωση), ναι στη δράση, όχι στην αδράνεια.

 

Μαζί με Αθηνά Δράκου και Ολύμπιο Ράπτη

Δημοσιεύτηκε στο: protagon.gr