Συνέντευξη στο in2life

Ο Κωστής Λυμπουρίδης γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1975 στο Αγρίνιο και σπούδασε Νομική, με μεταπτυχιακό στην Διοίκηση Επιχειρήσεων. Στις επικείμενες εκλογές συμμετέχει με τον πολιτικό σχηματισμό Δράση του Στέφανου Μάνου, στην περιφέρεια Αιτωλοακαρνανίας.
Για ποιους λόγους αποφασίσατε να εμπλακείτε με την πολιτική, σε μια τέτοια κρίσιμη όσο και ασταθή πολιτικά περίοδο, και μάλιστα σε νεαρή ηλικία;
Πιστεύω ότι στην κρίσιμη αυτή στιγμή, η γενιά μας δεν δικαιούται να εκχωρήσει τη λήψη αποφάσεων στους μεγαλύτερους, αυτούς που μας έφεραν στην καταστροφή. Και τους την εκχωρεί επιλέγοντας λευκό, άκυρο ή αποχή. Πεποίθησή μου, επίσης, είναι ότι η πολιτική είναι πολύ σοβαρό πράγμα για να το αφήνουμε σε (επαγγελματίες) πολιτικούς. Η γενιά μας πρέπει να ψηφίσει ώριμα, και να δείξει ότι είναι διατεθειμένη να επιλέξει ανθρώπους που έχουν να παρουσιάσουν ολοκληρωμένες λύσεις στα προβλήματα, και όχι λαϊκιστές και δημαγωγούς.
Έχετε κάποιο πολιτικό πρότυπο; Μπορούν οι πολιτικοί να γίνουν πρότυπα;
Πρότυπό μου είναι οποιοσδήποτε πολιτικός έχει ανοικτή σκέψη, πρωτοποριακές ιδέες, τολμά να παίρνει αποφάσεις αντίθετα στο κατεστημένο, μπορεί να πάει κόντρα στο ρεύμα, δεν λογαριάζει το πολιτικό κόστος, είναι αποτελεσματικός. Υπάρχουν μερικοί τέτοιοι πολιτικοί στην Ελλάδα, αλλά δυστυχώς πολύ λίγοι. Έναν από αυτούς, τον Στέφανο Μάνο, έχουμε την τιμή να έχουμε πρόεδρο στο κόμμα μας. Υπάρχουν όμως κι άλλοι, όπως ο Αλέκος Παπαδόπουλος και ο Ηλίας Μόσιαλος. Τα παραδείγματα αυτά δείχνουν ότι ένας πολιτικός μπορεί να γίνει πρότυπο. Το δυστύχημα είναι ότι στην Ελλάδα εξακολουθούμε να εφαρμόζουμε έναν ιδιότυπο «εξοστρακισμό», να πετάμε δηλαδή, ως πολίτες με την ψήφο μας, εκτός πολιτικής αυτούς ακριβώς τους πολιτικούς, αντί τους λαϊκιστές και δημαγωγούς.
Θεωρείτε ότι σε αυτές τις εκλογές τα μικρά κόμματα πρέπει, εκτός του να αποτελούν «ψήφο διαμαρτυρίας», να έχουν και πρόταση εξουσίας;
Απολύτως! Ο κόσμος είναι εξοργισμένος και εξαγριωμένος, και ως ένα βαθμό δικαίως. Το να διαμαρτυρηθούμε μέσω της ψήφου είναι μια εκτόνωση, δεν συνιστά όμως λύση. Φανταστείτε ότι γυρνάτε ένα βράδυ σπίτι σας και το βρίσκετε διαρρηγμένο και ολοσχερώς καμένο. Σοκάρεστε, δεν το πιστεύετε, κλαίτε, οργίζεστε. Αν το υπόλοιπο της ζωής σας το αφιερώσετε στο να βρείτε τους δράστες, μπορεί να είναι μια ψυχολογική εκτόνωση, πλην όμως το σπίτι δεν θα ξαναχτιστεί μόνο του. Θέλω να πω, ότι και ο λαός μας σήμερα βρίσκεται στη φάση της οργής. Πρέπει να βρούμε όμως το κουράγιο να περάσουμε και στη φάση της δημιουργίας, να ξαναχτίσουμε πάνω στα ερείπια. Η ψήφος διαμαρτυρίας θα αποδοκιμάσει αυτούς που μας κατέστρεψαν. Δεν φτάνει όμως αυτό. Θέλουμε μια θετική ψήφο σε αυτούς που δίνουν ελπίδα ότι ξέρουν με ποιον τρόπο θα αναγεννηθούμε.
Η Βουλή με 10 κόμματα θα είναι δημοκρατία ή Βαβέλ;
Η πολυκομματική Βουλή δεν είναι εξ ορισμού κακό πράγμα, στο βαθμό που εκφράζονται όλες οι απόψεις του εκλογικού σώματος. Αυτό που μας ανησυχεί σε μια διαφαινόμενη δεκακομματική Βουλή είναι τυχόν υπερεκπροσώπηση κάθε λογής ακραίων φωνών διαμαρτυρίας, καθώς όπως σας περιέγραψα πριν δεν θεωρούμε ότι αυτές είναι εποικοδομητικές. Μακάρι να διαψευστούμε. Ή μακάρι να είμαστε εμείς το δέκατο κόμμα και να κάνουμε τη διαφορά.
Ευρώ ή δραχμή;
Αναμφισβήτητα ευρώ. Θα σας έλεγα ότι ακούω με προσοχή τα επιχειρήματα των οπαδών της δραχμής, αλλά δεν με πείθουν καθόλου. Μπορεί να με θεωρείτε νέο, αλλά θυμάμαι ακόμα τον πληθωρισμό 20% επί δραχμής, τις υποτιμήσεις, το πόσο γρήγορα ανέβαιναν οι τιμές. Πέραν αυτού, θέλω να επισημάνω δυο ακόμη σημεία: Πρώτον, τυχόν επιστροφή στη δραχμή θα συνιστούσε δραματικό πισωγύρισμα και ανατροπή 50 ετών ευρωπαϊκής στρατηγικής της χώρας. Και δεύτερον, δεν είναι δυνατόν από τη μια να κατηγορούμε όλη την πολιτική τάξη ως ανίκανη και διεφθαρμένη, και από την άλλη να ζητούμε να τους δοθεί και νομισματοκοπείο, ώστε να τυπώνουν όσα λεφτά τους λείπουν. Είναι σχιζοφρενικό.
Γιατί να σας ψηφίσει ο κόσμος;
Γιατί είμαστε νέοι άνθρωποι, αυτοδημιούργητοι, που έχουμε σταθεί στα πόδια μας χωρίς κομματικές πατερίτσες και έχουμε αναδειχθεί χωρίς κανένα κομματικό σωλήνα. Γιατί και να μην εκλεγούμε, έχουμε δουλειές στις οποίες θα γυρίσουμε, αντίθετα με τους πολιτικούς καριέρας. Γιατί, για αυτούς που επιθυμούν να παραμείνουμε στην Ευρώπη, είναι επιτακτική ανάγκη να επιλέξουν ανθρώπους που μπορούν να προτείνουν συγκεκριμένες λύσεις στα σημερινά προβλήματα. Και έχω την ελπίδα ότι τελικά θα το κάνουν.
Δημοσιεύτηκε στο: in2life.gr

Ο συνδυασμός των Ελλήνων του εξωτερικού

Η μετανάστευση προς κάθε γωνιά του κόσμου περνάει στο μυαλό πολλών Ελλήνων, κυρίως νέων, αυτών δηλαδή που δεν είχαν, και δεν θα έχουν στο μέλλον την πολυτέλεια να απολαύσουν την «θαλπωρή» του  δημοσίου τομέα που ενδεικτικά έφτασε να δίνει 77.000 ευρώ τον χρόνο σε δήμο της Ελλάδας για γραμματειακή υποστήριξη από αποφοίτους δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, δηλ. αποφοίτους λυκείου (επίσημα στοιχεία του Ελληνικού Κράτους δημοσιευμένα στο διαδίκτυο).

Η άλλη επιλογή ήταν και παραμένει ο ιδιωτικός τομέας, που όμως σήμερα καταφέρνει να επιβιώνει δυστυχώς εν πολλοίς χάριν στην εργασία χαμηλού κόστους (πολλές φορές και ανασφάλιστη) και τον περιορισμό θέσεων εργασίας. Δεν είναι τυχαίο ότι σύμφωνα με διάφορες στατιστικές η Ελλάδα είναι η τελευταία χώρα σε εξαγωγές υπηρεσιών υψηλής τεχνογνωσίας (Knowledge-intensive services exports) ως ποσοστό των εξαγωγικών υπηρεσιών από όλες τις χώρες της Ε.Ε (ναι, ακόμα και από τις πρών κομμουνιστικές!). Οι ευκαιρείες για επιχειρηματικότητα είναι περιορισμένες κυρίως λογω της γραφειοκρατίας και πολυνομίας, του αβέβαιου φορολογικού συστήματος (11 αλλαγές στην φορολογία μόνο μέσα στο 2011) και του γενικότερου οικονομικού κλίματος. Για αυτούς λοπόν που δεν μπορούν ή δεν θέλουν να στηριχτούν στις πλάτες του «μπαμπά και της μαμάς» ή του τοπικού κομματάρχη και συνδικαλιστή η λύση είναι συχνά η μετανάστευση.

Η μετανάστευση δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο και δεν μιλάμε για την μετανάστευση των αρχών του αιώνα ή αυτής μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα τελευταία 10-20 χρόνια πολλοί νιώσαν ικανοί ή ήταν απλά τυχεροί να καταφέρουν να κυνηγήσουν στο εξωτερικό και χωρίς τους πάσης φύσεως περιορισμούς (π.χ πληθυσμιακά και γεωγραφικά κριτήρια) τα αυτονόητα, δηλ. αξιοκρατικό εργασιακό περιβάλλον σε εταιρείες, βιομηχανίες και πανεπιστήμια, κράτος δικαίου και όχι κράτος του «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;», σύγχρονο κοινωνικό κράτος πρόνοιας όπου τα επιδόματα τα παίρνουν όσοι τα χρειάζονται και όχι όσοι «μπορούν» και έναν ιδιωτικό τομέα που να επιβραβεύει την καινοτομία και όχι την «αρπαχτή». Πόσοι από εμάς δεν παραξενευτήκαμε όταν στην πρώτη μέρα του πρώτου μεταπτυχιακού στο εξωτερικό δεν συναντήσαμε φοιτητοπατέρες, καταλήψεις και ξεπερασμένες πανεπιστημιακές σημειώσεις διακινούμενες εν είδει χάρης από τις κομματικές παρατάξεις, αλλά οργανωμένα ιδρύματα με απόλυτη ελευθερία έκφρασης, καθηγητές και διοικητικό προσωπικό που υπόκεινται διαρκώς σε αξιολόγηση και λεπτομερές πρόγραμμα παρακολουθήσεων και εξετάσεων (να τολμήσουμε να πούμε τα «αυτονόητα»;).

Αν υπάρχει κάτι στο οποίο σφάλαμε είναι που αποδεχτήκαμε υποσυνείδητα την εικόνα της Ελλάδας που αξίζει την επίσκεψη το καλοκαίρι για ήλιο, θάλασσα, γλέντι και καλό φαγητό. Αυτά και τίποτα άλλο είναι η Ελλάδα δυστυχώς για όλους εμάς «εκεί έξω». Πιστεύαμε όλα αυτά τα χρόνια ότι κάπως, κάπου, κάποιος ενάρετος από το υπάρχον πολιτικό σύστημα αρκεί για να αλλάξει η κατάσταση και ξεχάσαμε τον Νίκο Καζαντζάκη (μεταξύ άλλων και Έλληνας του εξωτερικού για μεγάλο διάστημα της ζωής του) που τόνιζε ότι πρέπει «Ν’ αγαπάς την ευθύνη, να λες εγώ, εγώ μονάχος μου θα σώσω τον κόσμο. Αν χαθεί, εγώ θα φταίω».

Αλλά γιατί πρέπει η Ελλάδα να είναι μόνο αυτά και τίποτα άλλο; Αποφασίσαμε πλέον να πάψουμε να υποκρινόμαστε ότι αφού τα καταφέρνουμε «εκεί έξω» τότε όλα είναι καλά. Αποφασίσαμε να αναλάβουμε δράση και να τολμήσουμε να κατεβούμε ως υποψήφιοι στις επόμενες εθνικές εκλογές ελπίζοντας ότι εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες του εξωτερικού, ειδικά αυτοί που φύγαν τα τελευταία 10-20 χρόνια, θα δουν στα πρόσωπά μας τους ίδιους τους τους εαυτούς και θα δηλώσουν  ναι στην Ελλάδα των «κόποις κτημένων», όχι των «κεκτημένων», ναι στην ανάδειξη της Ακρόπολης, όχι στην κατάληψη της Ακρόπολης, ναι στo να παραμείνουμε Έλληνες εντός της Ευρώπης παρά να γίνουμε «Ελληνάρες» εκτός αυτής (στην απομόνωση), ναι στη δράση, όχι στην αδράνεια.

 

Μαζί με Αθηνά Δράκου και Ολύμπιο Ράπτη

Δημοσιεύτηκε στο: protagon.gr

Λύσεις είναι οι δραστικές

Διάβασα με έκπληξη ένα άρθρο του κ. Γρηγόρη Φαρμάκη αναφορικά με τις λύσεις που προτείνουν Δράση και Δημοκρατική Συμμαχία για έξοδο από την κρίση. Η έκπληξή μου οφείλεται και σε λόγους ουσίας, και σε λόγους διαδικασίας.

Επί της διαδικασίας, μου προξενεί έκπληξη το γεγονός ότι ενώ η Δημοκρατική Συμμαχία επεδίωκε κοινή εκλογική κάθοδο με τη Δράση, μόλις αυτή απέτυχε, ανακάλυψαν ότι η Δράση είναι απίστευτα ανάλγητη και σκληρή. Αν είναι έτσι, τότε μόνο κακό θα τους προξενούσε μια τέτοια συνεργασία, γιατί την επιδίωκαν;

Επί της ουσίας, εκπλήσσομαι ακόμη περισσότερο όταν ένας άνθρωπος της αγοράς δηλώνει πως δεν θεωρεί «καθόλου ρεαλιστικό το να απολυθούν αύριο με συνοπτικές διαδικασίες εκατοντάδες χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι». Εξ αντιδιαστολής, μάλλον θεωρεί ρεαλιστικότερο να μην απολυθεί κανείς και να αυξηθούν οι φόροι προς την ιδιωτική οικονομία, από τους οποίους πληρώνονται.

Αν δούμε τους αριθμούς, 700.000 άνθρωποι έμειναν άνεργοι από την αρχή της κρίσης μέχρι σήμερα. Εξ αυτών, περίπου 600 δημόσιοι υπάλληλοι που στην ουσία έφυγαν με πρόωρη συνταξιοδότηση και περίπου τον μισθό που έπαιρναν όταν (έκαναν πως) εργάζονταν. Οι υπόλοιποι 699.400, χίλιες φορές δηλαδή περισσότεροι, ιδιωτικοί υπάλληλοι, αυτοαπασχολούμενοι και μικροεπιχειρηματίες, οι οποίοι στραγγαλίστηκαν από έκτακτες εισφορές, χαράτσια, κλείσιμο βιβλίων, εισφορές αλληλεγγύης, γρηγορόσημα κλπ. Ένας άνθρωπος της αγοράς θα διαπίστωνε με ευκολία ότι αν δεν είχε επιβληθεί ούτε ένας νέος φόρος στην ιδιωτική οικονομία και είχαν απολυθεί άμεσα οι μισοί, δηλαδή 350.000 δημόσιοι υπάλληλοι (ή καλύτερα, μισθοδοτούμενοι από το Δημόσιο), η ανεργία θα ήταν σήμερα πολύ μικρότερη, αλλά και Η ΚΡΙΣΗ ΘΑ ΕΙΧΕ ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ. Δεν είναι αυτό ρεαλιστικό;

Εμμέσως το παραδέχεται και ο ίδιος. Επικεντρώνεται στο ότι οι απολύσεις δεν θα μπορούσαν να γίνουν άμεσα, και μάλιστα όχι χωρίς αξιόπιστες διαδικασίες αξιολόγησης. Έχει απόλυτο δίκιο σε αυτό, καθώς ήδη από τη δεκαετία του 1980 το Δημόσιο έχει αποψιλωθεί από κάθε έννοια αξιοκρατίας και αξιολόγησης. Επικεντρωνόμενος όμως σε αυτό, ο κ. Φαρμάκης αφήνει να εννοηθεί ότι στο μυαλό του έχει διαδικασίες οριζόντιας περικοπής, σαν αυτές που ακολούθησε η σοσιαλιστική μας κυβέρνηση: 20% απολύσεις από το Εθνικό Κέντρο Κάπρων, 20% και από τους γιατρούς του ΕΣΥ.

Η θέση της Δράσης είναι ότι πρέπει να βρούμε και να κόψουμε κάθε περιττή δαπάνη. Αυτό σημαίνει, για παράδειγμα, ότι μπορούμε να ξεκινήσουμε από τα 600 και πλέον Νομικά Πρόσωπα που δημιούργησε εκ του μηδενός η Κυβέρνηση Καραμανλή. Να συνεχίσουμε κλείνοντας τον ΟΣΕ, εξοικονομώντας έτσι όσα επιχειρήσαμε να εισπράξουμε με το χαράτσι στα ακίνητα. Κατόπιν υπάρχει η ΕΡΤ, η οποία κάλλιστα μπορεί να λειτουργήσει με τα μισά έσοδα από ανταποδοτική εισφορά. Υπάρχει απίστευτο λίπος στο Δημόσιο και εκπλήσσομαι που ο κ. Φαρμάκης δεν το γνωρίζει ή κάνει πως δεν το γνωρίζει.

Η «κοινωνική αλληλεγγύη», η «επανάσταση καθημερινών μεταρρυθμίσεων» και τα λοιπά στρογγυλά, ενδεχομένως να βοηθήσουν τον κ. Φαρμάκη να εκλεγεί, το οποίο ειλικρινώς του εύχομαι. Δεν θα λύσουν όμως το πρόβλημα, καθώς οι λύσεις είναι πλέον μόνο δραστικές. Θα μπορούσαν να ήταν ηπιότερες όταν φωνάζαμε το 1993, το 1998, το 2004, το 2009, αλλά τότε ήμασταν λίγοι, «γραφικοί», «Κασσάνδρες». Βλέπετε τότε οι περισσότεροι ζούσαν την ευωχία του πάρτυ με δανεικά. Και τώρα μας κάνουν και κριτική και από πάνω…